- πυρηνογένεση
- η, Ν(κρυσταλλ.-χημ.) η αρχική διεργασία που απαντά κατά τον σχηματισμό ενός κρυστάλλου από διάλυμα, υγρό ή ατμό, στον οποίο μικρός αριθμός ιόντων, ατόμων ή μορίων διατάσσεται σε ένα δίκτυο, χαρακτηριστικό τού κρυσταλλικού στερεού, το οποίο αποτελεί θέση πάνω στην οποία επί πλέον σωματίδια έχουν αποτεθεί ως φύτρα κρυστάλλων.[ΕΤΥΜΟΛ. < πυρήνας + γένεση. Η λ. αποτελεί απόδοση στην Ελληνική ξεν. όρου, πρβλ. αγγλ. nucleation].
Dictionary of Greek. 2013.